Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Ο άγνωστος της οδού Jules Verne

εντυπώσεις και σχόλια πάνω στο τελευταίο τανγκό στο Παρίσι 

Χωρίς τους δρόμους ή τα δειλινά του Buenos Aires, Tango δεν μπορεί να γραφεί. (Jorge Luis Borges)

 " Γυρίσαμε το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι στο φως του δειλινού, όπως αυτό φαίνεται από τα μεγάλα παράθυρα. Έτσι, στους εσωτερικούς χώρους κυριαρχούσε το πορτοκαλί χρώμα.

 
Για τα εξωτερικά γυρίσματα, βασιστήκαμε σε μια απλή ανακάλυψη που κάναμε καθώς αναζητούσαμε τον ιδανικό χώρο. Το χειμώνα, οι βιτρίνες των καταστημάτων στο Παρίσι είναι συνεχώς φωτισμένες, ακόμη και κατά την διάρκεια της ημέρας. Το αποτέλεσμα είναι μια θαυμάσια αντίθεση ανάμεσα στον μολυβένιο, ψυχρό ουρανό και τη ζεστασιά που αποπνέουν τα φώτα στους δρόμους και τα φανάρια κυκλοφορίας." Από αυτοβιογραφικό κείμενο του Mπερτολούτσι 1987 (Άngela Molina, (Μτφ.Δήμητρα Παπαβασιλείου),Bacon, 2006,σελ.7)


Παράλληλα, ο φωτογράφος της ταινίας Vittorio Storaro επιβεβαιώνει : Συνειδητοποίησα ότι χρησιμοποιούσα το φως σε συνάρτηση με το συνειδητό μέρος της σκηνοθεσίας και το σκοτάδι με το ασυνείδητο. Από ένστικτο και διαίσθηση ζωγράφιζα την αντίθεση φωτός και σκιάς. Οι πίνακες του Bacon μου επιβεβαίωσαν την ιδέα που ο Bertolucci και εγώ είχαμε για την ανίστηξη του θερμού τεχνητού φωτισμού σε μία πόλη του βορρά όπως το Παρίσι κατά την διάρκεια του χειμώνα και του φυσικού χειμερινού φωτός.


Και συνεχίζει ο Βertolucci "Την περίοδο εκείνη υπήρχε μια μεγάλη έκθεση του Francis Bacon, το φως στους πίνακες του οποίου αποτέλεσε ένα ακόμη από τα βασικά κλειδιά για τα υφολογικά πρώτυπα που αναζητούσαμε".
(Άngela Molina, (Μτφ.Δήμητρα Παπαβασιλείου),Bacon, 2006,σελ.7)



 Είναι το 1971, και πρόκειται για την μεγάλη αναδρομική έκθεση του Bacon στο Grand Palais. Mία ημέρα πριν ο εραστής του, George Dyer έχει αυτοκτονήσει.


Συναντάμε τον Paul, στην γέφυρα Bir-Hakeim, λίγο μετά την αυτοκτονία της γυναίκας του,η Jeanne, μία άγνωστη εικοσάχρονη τον προσπερνα, αυτός την ακολουθεί, μέχρι ένα προς ενοικίαση διαμέρισμα.

 
Σαν μία "Αλίκη" που παίρνει στο κατόπι τον "κούνελο" ως την κουνελότρυπα, όπου οι φυσιοκρατικοί νόμοι καταλύονται. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στο διαμέρισμα της οδού Jules Verne, μόνο που εδώ είναι οι κοινωνικές συμβάσεις που καταρρέουν σαν πύργος από τραπουλόχαρτα.


To διαμέρισμα αυτό στο μυαλό μου παραπέμπει κατά τρόπο επίμονο, σ'αυτό που στα μαθηματικά ονομάζουμε ασυνέχεια μιας συνάρτησης. Έστω λοιπόν ότι αυτή είναι η y=f(x), όπου το x μέσω μίας διαδικασίας f μετασχηματίζεται σε y. Έστω ακόμη ότι στην προκειμένει περίπτωση η x πέρνει τιμές από ένα σύνολο Α, μέσα στο οποίο έχουμε συμπεριλάβει γνώσεις, αρχές, ήθη, έθιμα, τρόπους, κανόνες, νόρμες θρησκευτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς, τα οποία φιλτράρονται μέσα από την ιδιοσυγκρασία f του καθενός από μας, και παράγουν την εικόνα y του εαυτού μας, όπως αυτός εκδηλώνεται στις καθημερινές μας επαφές. Φανταστείτε ακόμα, ότι το σύνολο Α μπορεί να αποτυπωθεί σε μία επιφάνεια κάθε σημείο της οποίας αντιπροσωπεύει και κάποια από τις τιμές που τροφοδοτούν την συνάρτηση f. 


Στην περίπτωση αυτή, το διαμέρισμα της οδού Jules Verne, δεν είναι παρά ένα κενό στην επιφάνεια Α, στο οποίο ο Paul και η Jeanne εκτελούν ελεύθερη πτώση χωρίς προστατευτικό δίχτυ. Αυτή όμως η βύθιση αντεστραμένη δεν είναι παρά ανάδυση, και πράγματι στο παλιό αυτό διαμέρισμα φαίνεται ότι αναπτύσσονται δυνάμεις που ωθούν στην επιφάνεια ένστικτα και συμπεριφορές, πέραν του κοινωνικά αποδεκτού συνόλου Α.


Ο Paul είναι απόλυτος "we don't need no names here". Το διαμέρισμα λειτουργεί εντελώς απελευθερωτικά, καθειστά απαγορευτικές τις ήδη περιττές συστάσεις μέσα σ'αυτού του είδους το "κενό". Ένα κενό που έρχονται να πληρώσουν βίαιες ανθρώπινες ορμές που εκτονώνονται και διαστροφές που ξεσκεπάζονται.

Ο Francis Bacon συνήθιζε να επαναλαβμάνει "ο μαζοχισμός, ο σαδισμός αλλά και σχεδόν όλες οι διαστροφές, δεν είναι παρά τρόποι να νιώσει κανείς περισσότερο άνθρωπoς".
(Άngela Molina, (Μτφ.Δήμητρα Παπαβασιλείου),Bacon, 2006,σελ.16)


Και είναι αυτή η έλλειψη, η απώλεια του εαυτού μας που αποτυπώνεται κατά τρόπο σπαραχτικό στις προσωπογραφίες του Bacon. Μία αίσθηση βαθιάς αποξένωσης, αβάσταχτης και τραυματικής, αποπνέεται από τα πρόσωπα που αποδομούνται. Τα χαρακτηριστικά τους απομακρύνονται το ένα από το άλλο, σαν να υπακούουν σε διαφορετικούς νόμους βαρύτητας, έτοιμα να διαγράψουν ξεχωριστές τροχιές.




Ο ίδιος ο Βacon σημειώνει σχετικά: " Επιμένω να παραμορφώνω πάντα τα πράγματα που ζωγραφίζω προκειμένου να αποδώσω την ουσία τους
... στην προσωπογραφία αυτή του Michel Lieris για παράδειγμα, πιστεύω πως τα στοιχεία που απομακρύνονται περισσότερο από την εξωτερική εμφάνιση είναι εκείνα που κατεξοχίν την αποδίδουν" (Sylvester,2003)




Eνώ ο ίδιος ο Lieris, συγγραφέας και φίλος του Bacon, παρατηρεί ειδικότερα: "τα πρόσωπα το Bacon ζωντανά ως το μεδούλι, αφήνουν ενίοτε να φανούν τα δόντια τους, κομματάκια σκελετού, βραχώδεις σταλακτίτες και σταλαγμίτες, οι οποίοι ξεπροβάλλουν από το σπήλαιο του στόματος".
(Michel Lieris, Francis Bacon,1966)



Υπό αυτό το παραμορφωτικό πρίσμα των πορτραίτων ο Bertolucci βλέπει τον ήρωά του λέγοντας " Είναι σαν μία από αυτές τις φιγούρες του Bacon, που δείχνουν στα πρόσωπά τους, όλα όσα συμβαίνουν στα σωθηκά (guts) τους - έχει την ίδια συντετριμένη πλαστικότητα"




O Paul, μποξέρ, ηθοποιός, δημοσιογράφος, ναυτικός, και τελικά σύζυγος μίας ίδιοκτήτριας ξενοδοχείου στο Παρίσι δεν είναι παρά ένας ξένος, ένας Αμερικάνος στο Παρίσι, που περιφέρεται συντετριμένος, βλασφιμώντας. Προδωμένος, σε κατάσταση αποσύνθεσης, βλέπει τα κομμάτια του να προσανατολίζονται από κοινού πίσω από την άγνωστη περαστική, μέχρι το διαμέρισμα της οδού Jules Verne, το ζωτικό χώρο ανωνυμίας, όπου συναρμολογούνται ξανά για να σχηματίσουν τον επιβήτορα της νεαρής.


Λίγε μέρες μετά και μακριά από το διαμέρισμα, ό,τι συναρπαστικό φαντάζει πλέον απειλητικό για την Jeanne. Ο Paul  δηλώνει ερωτευμένος μαζί της - η συνθήκη της ανωνυμίας δεν ισχύει- την ακολουθεί παρά την θέλησή της και εισβάλει στο πατρικό, αυτήν την φορά, διαμέρισμά της. Στην θέα του αγνώστου, που φορά το στρατιωτικό καπέλο του χαμένου στον πόλεμο της Αλγερίας, πατέρα της, η Jeanne ταράζεται, ενστικτωδώς πυροβολεί τον Paul, σκοτώνοντάς τον.


Στην αστυνομία θα δικαιολογηθεί, ήταν ένας άγνωστος που προσπάθησε να την βιάσει.


Αντί επιλόγου
Στο τρίπτυχο, στην κορυφή της ανάρτησης, o Marlon Brando, με μολύβι και μετά στο photoshop. Στα άκρα παραμορφωμένες εκδοχές του προσώπου, νοηματικά και μόνο στην παράδοση των πορτραίτων του Βacon, καθώς οι αλλοιώσεις που έχω προκαλέσει, είναι διαφορετικού τύπου και προέκυψαν από επεξεργασία στον υπολογιστή, του αρχικού, κεντρικόυ πορτραίτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου