Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Hotel Chevalier. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Hotel Chevalier. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

Grand Choral

Πάντα πίστευα πως το Ηotel Chevalier δεν είναι ο τόπος που επισκέπτεσαι μία φορά. Επιστρέφω λοιπόν σ'αυτό για διάφορους λόγους, πρώτα απ'όλα για να  ανεβάσω επιτυχώς αυτή την φορά, ελπίζω, το σχετικό video.


Hotel Chevalier, le court métrage from Mathieu Crucq on Vimeo.

Στην συνέχεια, θα πιάσω το νήμα από εκεί που το άφησα, ένα δηλαδή διαφημιστικό σποτ πάλι του Wes Anderson.



Αυτήν τη φορά, το δίλεπτο αυτό video είναι το γράμμα που στέλνει ο Anderson πίσω στο 1973, στον Francois Truffaut και το La Nuit Americaine .

Mα γιατί ένας Γάλλος μας μιλά για μια αμερικάνικη νύχτα? Για τον ίδιο λόγο που ένας μάγος αφιερώνει την τέχνη του στο κοινό."Αμερικάνικη" είναι η νυχτερινή σκηνή η οποία γυρίζεται κατά την διάρκεια της ημέρας, αλλά χάρη στην χρήση φίλτρων δημιουργείται στο κοινό η εντύπωση πως πρόκειται για νύχτα.

Εντυπώσεις, λιγότερο ή περισσότερο ισχυρές, πάντα όμως απαραίτητες, όταν είναι σχεδόν αδύνατον να ζούμε με βεβαιότητες, σ' έναν κόσμο διαρκώς μεταβαλλόμενο. Και το σινεμά, μια μηχανή δημιουργίας ονείρων και αυτό, μια αυταπάτη, σαν την "Αμερικάνικη νύχτα".

Το φιλμ αυτό ανήκει στην ειδική κατηγορία εκείνων, που στοχάζονται πάνω στην φύση του ίδιου του μέσου, στρέφουν το βλέμα τους στον ίδιο τους τον εαυτό, και αρχίζουν και αναρωτιούνται για το είδος, την "ποιότητα" της αυταπάτης που γεννούν. Που βρίσκονται τα σύνορα ανάμεσα στο πραγματικό και το εικονικό?



Στην εισαγωγή για παράδειγμα, παρακολουθούμε τους βιαστικούς περαστικούς σε κάποια πλατεία του Παρισιού μέχρι που ακούγεται το "coupez" του σκηνοθέτη. Αυτομάτως, η κάμερα λήψης αλλάζει. Αρχικά, η λήψη γίνεται από το επίπεδο των περαστικών, σαν να βρισκόμαστε μεταξύ τους, να είμαστε και εμείς κάποιοι από αυτούς. Στο άκουσμα της εντολής, γκρο πλαν του σκηνοθέτη, και η κάμερα αντικαθίσταται από μία δεύτερη η οποία όντας τοποθετημένη ψιλά, αρχίζει και βυθίζεται σταδιακά μέχρι το επίπεδο των περαστικών ξανά. Όλα έχουν πλέον αποκαλυφθεί και η ψευδαίσθηση διαλύεται. Δεν βρισκόμαστε στο Παρίσι, αλλά στα κινηματογραφικά πλατό ενός στούντιο. Δεν παρακολουθούμε διαβάτες αλλά κομπάρσους, που υπάκοα συγκεντρώνονται στο κάλεσμα του τεχνικού. Ο αυτουργός όλων έχει εμφανισθεί. Ο Truffaut, υποδύεται έναν σκηνοθέτη κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του "Meeting Pamela" με πρωταγωνιστή τον Jean Pierre Leaud, το κινηματογραφικό ater ego του. Η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται, αυτή την φορά υπό το άκουσμα οδηγιών, σε αντίθεση με την πραγματική ζωή. Σε μία πανοραμική λήψη της πλατείας, ξαναπαίζεται η σκηνή, μόνο που αυτήν την φορά στο πλάνο ενσωματώνεται το συνεργείο που κινηματογραφεί σκαρφαλωμένο στην άκρη ενός κατακόκκινου γερανού, υπό τους ύμνους του Georges Delerue. Mία αίσθηση ισορροπίας έχει αποκατασταθεί.

Πίσω στο διαφημιστικό σποτ του Anderson. Παρακολουθούμε μια σύντομη σκηνή από τα γυρίσματα μιας ταινίας (με το δίκό του alter ego Jason Schwartzman ), που θα διακοπεί ξαφνικά στο άκουσμα μίας εντολής. Αρχικά αόρατος, ξεπροβάλλει μέσα από το συνεργείο ο ίδιος ο Αnderson, για να διανύσει κάποια απόσταση μέσα από κομμάτια εξοπλισμού και μέλη του συνεργείου, εξηγώντας μας πως γυρίζεται μία ταινία, μέχρι να φθάσει στην τοποθετημένη σε γερανό κάμερα του, στον οποίο και "ενθρονίζεται" για ν'αναληφθεί ως άλλος "από μηχανής θεός", εν μέσω περιστερών (αφού πρώτα η American express, του έχει λύσει τα χέρια, για μην ξεχνίομαστε).

Την όλη αυτή χαριτωμένη, ειρωνική, αίσθηση υπεροχής, έρχεται ν'απογειώσει το αιθέριο Grand Choral, η "δοξολογία" δηλαδή  του Georges Delerue για το "La nuit americaine".

Ο Delerue υπήρξε πιστός συνεργάτης του Truffaut, ντύνοντας με τις νότες του τα πάθη δεκάδων ηρώων του. Δεν εκτιμούσα πάντα το ίδιο την δουλειά του, τώρα πια όμως βρίσκω σ'αυτήν απίστευτο συναίσθημα, πράγμα τόσο παρήγορο.

Θυμάμαι έναν φίλο από το ναυτικό, σε ανύποπτο χρόνο μου είχε αναφέρει το "Rushmore" του Wes Anderson, είχε συντονιστεί κι'αυτός στην ίδια συχνότητα.

Δύο χρόνια αργότερα με φιλοξένησε στο σπίτι που ενοικίαζε στο Saint John Wood, ένα προάστιο του Λονδίνου. Βρήκα στο youtube τυχαία αυτο το αρχειακό υλικό, γυρισμένο στην ίδια περιοχή το 1940, επενδύεται από το μουσικό θέμα του Delerue για το φιλμ "Peau Douce" του Truffaut.




To 1976 προβάλλεται το "L'argent de poche", ο Τruffaut αποτυπώνει με ειλικρίνια και τρυφερότητα την καθημερινότητα των μαθητών του δημοτικού μιας επαρχιακής Γαλλικής πόλης. Διάβασα κάπου ότι εδώ ο Truffaut μ'έναν τρόπο καταγράφει όλη την διαδρομή των χειλιών, από τον θηλασμό μέχρι το πρώτο φιλί.

Ο Αnderson λέει γι'αυτό το φιλμ.

''Do kids in French villages really run to school in packs?'' Mr. Anderson asked. ''I don't know, but it feels natural, doesn't it? There's something about these shirts and sneakers that the children are wearing. It's all the same kind of stuff that we were wearing right around the same time, in the mid-70's. Although our streets in Texas didn't look like this, obviously, the way they're dressed really reminds me of the way me and my brothers would have dressed back then. And I really like them running to school, you know? I like the feel of it. It could come across as a little precious, but it doesn't, does it?''

... Και ξέρεις, πραγματικά μου αρέσει (να τα βλέπω) να τρέχουν στο σχολείο. Μου αρέσει αυτή η αίσθηση. Θα μπορούσε να είναι ένα κάτι μικρό και πολύτιμο, αλλά δεν μπορεί, μπορεί?

Καλή Ανάσταση σε όλους.

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

Hotel Chevalier


To ποιό είναι το Hotel Chevalier θα το αποκαλύψω παρακάτω, για τις ανάγκες όμως αυτής της εισαγωγής είναι απλά το μέρος που διανυκτερεύουν o Spike Jonze, η πρώην του Sofia Coppola, o σεναριογράφος Charlie Kaufman και οι  Wes Anderson, Μichael Gondry και ένας περίπου κοινός θίασος ηθοποιών που εκ περιτροπής εμφανίζεται στα φιλμ τους.

Αραδιάζω όλα αυτά τα ονόματα, γιατί έχω την αίσθηση πως τα τελευταία δέκα και πλέον χρόνια που βλέπουμε τα κατορθώματά τους στην οθόνη, κάτι νέο αρθρώνεται που μας αφορά. Σωστότερα μάλλον, η γενιά αυτή αμερικανών, εκκεντρικών κινηματογραφιστών, αναπτύσσει έναν ιδιότυπο τρόπο γραφής  και περιγράφει μ'έντονο προσωπικό ύφος, τα θέματα που την απασχολούν.

Μέσα απ' την δουλειά τους νομίζω ότι κατά έναν τρόπο αποσυμπιέζονται όλα όσα έχουν στιβάξει μέσα τους, ορισμένοι εκ της γενιάς των τριάντα και κάτι, ίσως μία έλλειψη προσανατολισμού, σε μία Βαβέλ, χωρίς τα απαραίτητα λεξικά για να την μεταφράσεις. 

Θυμάμαι πόσο ιδιοεφυές είχα βρει το Adaptation των Jonze, Kaufman από το 2002. O Kaufman στήνει τις ρώσικες μπάμπουσκές του, και έτσι οργανώνει μια ιστορία με ήρωες τον ίδιο, την συγγραφέα Susan Orlean, το βιβλίο "The Orchid Thief" της οποίας, του ζητήθηκε να διασκευάσει και τον John Laroche, υπαρκτό πρόσωπο και πρωταγωνιστή του βιβλίου αυτού. Το πραγματικό και το φανταστικό (fictional) ζευγαρώνουν και σχηματίζουν ένα υβριδικό οργανισμό/φιλμ πάνω στην διαδικασία προσαρμογής/Adaptation του βιβλίου στην μεγάλη οθόνη, του ανθρώπου στον μεγάλο έξω κόσμο που τον περικυκλώνει.


John Laroche: You know why I like plants?


Susan Orlean: Nuh uh.


John Laroche: Because they're so mutable. Adaptation is a profound process. Means you figure out how to thrive in the world.


Susan Orlean: [pause] Yeah but it's easier for plants. I mean they have no memory. They just move on to whatever's next. With a person though, adapting almost shameful. It's like running away.




Point is, what's so wonderful is that every one of these flowers has a specific relationship with the insect that pollinates it. There's a certain orchid look exactly like a certain insect so the insect is drawn to this flower, its double, its soul mate, and wants nothing more than to make love to it. And after the insect flies off, spots another soul-mate flower and makes love to it, thus pollinating it. And neither the flower nor the insect will ever understand the significance of their lovemaking. I mean, how could they know that because of their little dance the world lives? But it does. By simply doing what they're designed to do, something large and magnificent happens. In this sense they show us how to live - how the only barometer you have is your heart. How, when you spot your flower, you can't let anything get in your way

Στην περίπτωση της Coppola, από την πρώτη στιγμή που ήρθα σ'επαφή με την δουλειά της σχημάτισα πολύ σαφή εντύπωση. Φιλμ της σαν το "Virgin Suicides", "Lost in Translation" και "Marie Antoinette", αποτελούν για μένα τουλάχιστον, ένα μοναδικό εγχειρίδιο ξενάγησης στην άγνωστη χώρα του γυναικείου νεανικού ψυχισμόυ. Ναι, νομίζω ότι κάτι τέτοιο αποτελεί ένα απαραίτητο σινεμά, μέσα στα τόσα άλλα. Ίσως γι'αυτό έχει κολλήσει στο μυαλό μου η παρακάτω απάντηση στον ψυχολόγο,  της Cecilia, μίας εκ των τεσσάρων virgin.

Doctor: What are you doing here, honey? You're not even old enough to know how bad life gets.



Cecilia: Obviously, Doctor, you've never been a 13-year-old girl

O Jason Schwartzman (Λουδοβίκος XVI, στο "Marie Antoinette") και ο χαμένος στην μετάφραση Βill Murray, θα συναντηθούν το 1998 στο κολέγιο "Rushmore" του Wes Anderson, σαν μαθητής (Max Fischer) και καταθλιπτικός εκατομμυριούχος, μέντοράς του (Herman Blume) αντίστοιχα, που ερωτεύονται την ίδια γυναίκα. Εκεί ανταλλάσουν τα παρακάτω.

Herman Blume: What's the secret, Max?



Max Fischer: The secret?


Herman Blume: Yeah, you seem to have it pretty figured out.


Max Fischer: The secret, I don't know... I guess you've just gotta find something you love to do and then... do it for the rest of your life. For me, it's going to Rushmore.

Στην ακαδημία του Rushmore, δεν καλήσε μόνον ν'αποφοιτήσεις αλλά και να ενηλικιωθείς, και ο Max απέναντι σ'αυτό δηλώνει ανίσχυρος και ταυτόχρονα διαφορετικός και ανεξάρτητος. Kάπως έτσι είναι ο ιδιοσυγκρασιακός Max, για τον οποίο ο Αnderson λέει: " Ο Max είναι αυτός που ήθελα να ήμουν. Θα ήταν παρήγορο αν είχα δει αυτήν την ταινία όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών".

Πρόσφατα είδα το "the Darjeeling Limited" του Αnderson (σε σενάριο δικό του, και των Jason Schwartzman, Roman Coppola) με δύο χρόνια καθυστέρηση, και αφού προηγουμένως το είχα αφήσει, αφελώς, να συνοστίζεται επί δύο εβδομάδες στον σκληρό δίσκο του laptop μεταξύ άλλων φιλμ, που διεκδικούν την προσοχή μου. Eίναι προφανές πως, δεν είχα ιδέα για το τι με περίμενε.

Δεν θ'ασχοληθώ με το πόσο επιτυχημένο ήταν αυτό το πόνημα του Wes, λίγο άλλωστε μ'ενδιέφερε, όταν το μόνο που ήθελα μετά τους τίτλους τέλους, ήταν επειγόντως ένα εισιτήριο με την πρώτη πτήση για τις μακρινές Ινδίες.

Τρία αποξενωμένα αδέλφια, οι Whitman, ανταμώνουν για πρώτη φορά μετά από ένα ολόκληρο χρόνο, στην Ινδία, επιβιβάζονται στο τρένο της Darjeeling Limited, περιηγούνται σε ιερούς τόπους, σ' ένα πνευματικό ταξίδι αναζήτησης μετ' εμποδίων, όσων ακόμη τους ενώνουν.

O μικρός Whitman (Jason Schwartzman), λίγο πριν την άφιξή του στις Ινδίες, έχει δεχθεί την αιφνιδιαστική επίσκεψη της πρώην φίλης του (Nataly Portman) στο "Hotel Chevalier" στο Παρίσι. Αυτό είναι και το θέμα του ομότιτλου μικρού μήκους φιλμ που έστησε ο Anderson εν είδει προλόγου στο "Τhe Darjeeling Limited".






Φαίνεται πως τόσο ο Anderson όσο και η Coppola εμπνέονται από τον Γαλλικό αέρα και την ρετρό αισθητική περασμένων εποχών και σκαρώνουν για λογαριασμό μας τελικά, κομψά, αέρινα διαφημιστικά σποτ, όπως τα παρακάτω, υπέροχα άλλοθι καταναλωτικής κρεπάλης. 

Αρχικά ο Αnderson σκηνοθετεί au style Jacques Tati και Monsieur Hulot τον κεφάτο Brad Pitt για κάποια ιαπωνική εταιρεία κινητής τηλεφωνίας. Για τους φανατικούς του θεσμού Eurovision, στην υπόκρουση ακούγεται διά στόματος France Gall η νικηφόρα συμμετοχή του Λουξεμβούργου από το μακρινό 1965.


bp vid
Ανέβηκε από jerricens.

Αν η France Gall δάνεισε την φωνή της στο προηγούμενο spot, είναι η αυτού μεγαλειότης ΒΒ (Βrigite Bardot) που δανείζει την δική της στο επόμενο, μια παστέλ sixties αυταπάτη παριζιάνικης ανεμελιάς, της S.Coppola αυτήν την φορά.



Yστερόγραφο:

Το Ηotel Chevalier, στην πραγματικότητα είναι το Hotel Raphael και βρίσκεται στον αριθμό 17 της λεωφόρου Kleber, στο 16ο διαμέρισμα του Παρισιού.

Ευχαριστώ για την ανάγνωση και καλή διαμονή ...